“Έξω χιονίζει” του Σάκη Σερέφα

Ἔξω χιονίζει
Σάκης Σερέφας
ἐκδόσεις ΠΟΛΙΣ – 2016

Γράφει ο Αυγουστίνος Τσιριμώκος

Ὁ Σάκης Σερέφας εἶναι μιὰ ξεχωριστὴ περίπτωση δημιουργοῦ. Πολυγραφότατος —ὅταν ἐκδόθηκε τὸ συγκεκριμένο βιβλίο εἶχε ἤδη στὸ ἐνεργητικό του ἄλλα 57 (!), καὶ ὄχι μόνο πεζογραφίας, ἀλλὰ καὶ ποίησης, θεάτρου, μελετῶν, μεταφράσεων καὶ ἀνθολογιῶν— πολυβραβευμένος (τιμήθηκε μεταξὺ ἄλλων μὲ τὸ βραβεῖο «Κάρολος Κοὺν» τὸ 2007 γιὰ τὸ θεατρικὸ ἔργο του «Μάμ», μὲ τὸ βραβεῖο τοῦ Ὑπουργείου Πολιτισμοῦ τὴν ἴδια χρονιὰ γιὰ τὸ θεατρικό του «Αποστολὴ στὸν πλανήτη Γῆ» καὶ μὲ τὸ Κρατικὸ Βραβεῖο Παιδικοῦ Λογοτεχνικοῦ Βιβλίου τὸ 2013 γιὰ τὸ βιβλίο του «Δρόμο παίρνω δρόμο ἀφήνω»), μὲ λεπτὸ σαρκαστικὸ καὶ αὐτοσαρκαστικὸ χιοῦμορ, βρίσκεται ἐδῶ καὶ ἀρκετὰ χρόνια στὴν πρώτη γραμμὴ τῆς νεότερης γενιᾶς δημιουργῶν τῆς Θεσσαλονίκης.
Ἔχοντας διαβάσει κάποια ἀπὸ τὰ πολλὰ βιβλία του, μπορῶ νὰ διακρίνω ἀπὸ τὸ στύλ του δύο ξεχωριστὰ γνωρίσματά του: τὴν ἐμμονή του μὲ τὸ φαγητό καὶ τὸ πάθος του γιὰ γνώσεις ποὺ οἱ ἀγγλοσάξονες τὶς χαρακτηρίζουν trivial. Ἀπὸ αὐτὲς τὶς τελευταῖες ἔχει, κατὰ τὰ φαινόμενα, πολὺ μεγάλο ἀπόθεμα —φαντάζομαι νὰ ἔχει τὸ γραφεῖο του ἢ τὸ δωμάτιο ποὺ δουλεύει, τέλος πάντων, γεμάτο μὲ μπλοκάκια σημειώσεων μὲ καταχωρισμένες τέτοιες γνώσεις, ὅπως ὅτι σὲ κάθε ἄνθρωπο ἡ ἀπόσταση ἀπὸ τὸν ἀγκώνα μέχρι τὸν καρπὸ τοῦ χεριοῦ εἶναι ἴση μὲ τὸ μῆκος τῆς πατούσας του (ναί, ἀληθεύει καὶ μὴ βγάζετε τὰ παπούτσια σας νὰ μετρήσετε τὸ χέρι σας μὲ τὴ σόλα τους!) ἢ «κάθε μπανιέρα χωράει μέσα της 150 λίτρα νερό. Κάθε ἐνήλικας ἔχει μέσα του 5 λίτρα αἷμα. Δηλαδὴ μιὰ μπανιέρα χωράει τὸ αἷμα 30 ἀνθρώπων». Δὲν τὸν ἔχω γνωρίσει τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ αὐτὰ τὰ δύο χαρακτηριστικὰ τὸν διακρίνουν σίγουρα.
Τὸ βιβλίο του «Ἔξω χιονίζει» εἶναι ἕνα εἶδος ἀφιερώματος στοὺς ξένους στρατιῶτες ποὺ πέρασαν ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη στὸ πλαίσιο τοῦ Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου καὶ χάθηκαν. Εἶναι ἕξι στιγμιότυπα ποὺ τὰ ἀφηγοῦνται ἰσάριθμα ἐκτοπλάσματα, προϊόντα πνευματιστικῆς ἐπίδειξης ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς ἑκατοστῆς ἐπετείου τοῦ πολέμου τὸ 2014-5, στρατιωτῶν ποὺ ἄφησαν τὰ κόκκαλά τους στὴ νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ. Ἀλλά, πάνω ἀπ` ὅλα, εἶναι ἕνας ὕμνος στὸν ἄνθρωπο, στὴ γενέτειρά τοῦ συγγραφέα, τὴ Θεσσαλονίκη, καὶ μιὰ γλυκόπικρη ματιὰ στὸν πόλεμο καὶ τὴ ματαιότητα ὄχι μόνο τοῦ ἐφήμερου, ἀλλὰ ὅλων τῶν φθαρτῶν ἀξιῶν.

(Τὸ κείμενο τοῦ ὀπισθόφυλλου)

2015. Συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την έλευση των ξένων στρατιωτών στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι δημοτικές αρχές οργανώνουν μια επετειακή εκδήλωση σε γνωστό κινηματοθέατρο, όπου, με τη μεσολάβηση του μέντιουμ Νίνα, καταφθάνουν από το υπερπέραν και σωματοποιούνται επί σκηνής τα εκτοπλάσματα έξι ξένων στρατιωτών που βρέθηκαν στο μέτωπο της Θεσσαλονίκης πριν από έναν αιώνα.
Ο κάθε ένας καταθιέτει τη δική του μαρτυρία, μέσα από την οποία ζωντανεύει το μουρλό σύμπαν της εποχής εκείνης. Ένα σύμπαν το οποίο περιλαμβάνει: τὸ σαρκοφάγο σκοτάδι μέσα στα αντίσκηνα των φαντάρων, την πρώτη φωτογραφία σέλφι, το υψωμένο φρύδι του Όρσον Ουέλς, ένα πιάτο βραστή γίδα κάπου στο Βαρδάρι, τα φονικά κουνούπια της μαλάριας, δύο ξεκαρδιστικά ανέκδοτα για τα κουνούπια γενικώς, μια μπανιέρα με το αίμα τριάντα φαντάρων, στοχασμούς για την οικονομική κρίση των ημερών μας, έναν ύμνο για την αφανή επέτειο των εκατό χρόνων από την επινόηση του φερμουάρ και της σερβιέτας και του ηλεκτρικού ψυγείου, γουρουνιές ξένων φαντάρων στα μιούζικ χωλ της πόλης, μα και εκρήξεις ερωτοπάθειας, μια περιδιάβαση της ρωσικής ενδοχώρας του 1915 με τρένο, μια ρώσικη συνταγή για το κεφαλόπουλο, ένα μάτι πάνω σε μια κονσέρβα κορνμπίφ σαν ινσταλέισον σε κάποιο πεδίο μάχης έξω από τη Φλώρινα, τη φράση «ο κάθε άνθρωπος είναι το απόρριμμα της εικόνας του», στοχασμούς για τα αποφάγια που αφήνουν οι αποθαμένοι στο ψυγείο τους, εικόνες από τη μεγάλη πυρκαγιά της πόλης στα 1917 σε σκηνοθεσία του Ταραντίνο.
Κι όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στο ζεστό κινηματοθέατρο, ενώ έξω χιονίζει.
Ποιος χιονίζει;
Ένα πεζογράφημα για την πολυφυλετική Θεσσαλονίκη στη δίνη του Μεγάλου Πολέμου.
Μια αντιηρωική ματιά.

———

Σήμερον Τετάρτην δίδεται ἡ πρώτη ἑσπερὶς τοῦ Δοὸρ λὲ Μπλάνκ, τοῦ περιφήμου αὐτοῦ μάγου, ὑπνωτιστοῦ καὶ πνευματιστοῦ.
Ἡ παράστασις προμηνύεται ἔξοχος καὶ λαμπρά, λαμβανομένου ὑπ’ ὄψιν ὅτι πρώτην ἤδη φορὰν παρέχεται εἰς τὸ κοινὸν ἡ μοναδικὴ εὐκαιρία νὰ ἴδῃ θίασον τελειώτατον εἰς τὸ εἶδος αὐτὸ καὶ κατέχοντα πλουσιώτατα ὑλικὰ καὶ σκηνοθεσίαν πολυτελεστάτην. Ἐν τῷ προγράμματι, πλὴν τοῦ κ. Δοὸρ λὲ Μπλάντ, ἀπολαύσαντα ἤδη γενικῆς ἐκτιμήσεως, θὰ περιλαμβάνεται καὶ τὸ νέον μέδιουμ τῆς Σουλτάνα Χανούμ, ἀπαράμιλλος καλλιτέχνις, ἡ τὰ πάντα βλέπουσα, ἡ ἀποκαλύπτουσα τὸ μέλλον μετὰ καταπληκτικῆς βεβαιότητος καὶ τῆς ὁποίας αἱ προρρήσεις πάντοτε πραγματοποιοῦνται. Πρέπει νὰ ἴδῃ τις ἰδίοις ὄμμασιν, ἵνα πιστεύσῃ.
Εἰς τὸν θίασον περιλαμβάνονται ἀκόμη ἡ μὶς Ζοσέτ, ξυλοφωνὶστ πρώτης τάξεως, καὶ ἡ Λ. Οὔνγ Φόο, ἡ Βιεννέζα, αἵτινες διὰ τῆς τέχνης των ἀνεστάτωσαν τοὺς Παρισίους.
Συνιστῶμεν εἰς τὸ κοινόν νὰ ἐνοικιάσῃ ἐκ τῶν προτέρων θέσεις ἐν τῷ «Θεάτρῳ Ἑνώσεως», ἕνεκα τῆς προμηνυομένης μεγάλης συρροῆς.

(Διαφημιστικὴ καταχώριση στὴν ἐφημ. Ἔθνος τῆς Θεσσαλονίκης, φ. 28, 1-12-1910)

——-

Α.
― Πώς σου φάνηκε;
― Μέτριο. Δηλαδή, όλο κι όλο το σκοτάδι τον τρόμαξε τον Richard σε αυτόν τον πόλεμο; Νήπιο ήταν;
― Βρε μωρό μου, με τη μεταφυσική έννοια το εννοούσε το σκοτάδι, την υπαρξιακή, πώς να σ’ το πω…
― Ε, καλά, ας σφυρίζανε τίποτα σφαίρες από γύρω του και θα σου ‘λεγα εγώ ποὺ θα τα ‘βαζε τα υπαρξιακά του.
― Μην είσαι τόσο σκληρός. Θα μου πάρεις πατατάκια;

Β.
― Το είδες τι χλωμό που έδειχνε το παλικάρι;
― Εκτόπλασμα ήταν, τι περίμενες να έχει, μαγουλάκια;
― Πάντως, λέω, τι περάσανε κι αυτά τα έρημα εδώ στα ξένα, ε;
― Ε, όχι σαν κι εκείνα που τραβήξανε οι δικοί μας στην Κορυτσά και στη Χιμάρα. Εκείνος ήτανε αληθινός πόλεμος. Μου έχει πει ιστορίες εμένα ο παππούς μου…
― Λες να χιονίζει ακόμα έξω;
― Εμ, δεν θα χιονίζει;

——–

Όλες οι κυψελίδες όλων των κηρυθρών σε όλα τα μελίσσια του κόσμου έχουν 6 πλευρές.
Όλοι οι σπόροι ροδιού μέσα σε όλα τα ρόδια του κόσμου έχουν 6 πλευρές.
Όλες οι νιφάδες χιονιού σε όλες τις χιονοπτώσεις του κόσμου έχουν 6 πλευρές.

το χιόνι πέφτει

1–6: Richard Johnson, John Smith, Achille Breton, Pietro Loretti, Nikita Smirnov, Bambalam.

το χιόνι πέφτει και λιωνει

Λιώνουν οι πόνοι και ξεκαρδίζονται.
Λιώνουν τα χάδια και ξεκορμίζονται.

Λιώνουν οι μέρες και ξενυχτώνονται.
Λιώνουν οι λογάδες και ξελιγώνονται.

Λιώνουν οι λέξεις και ξαναφλέγονται.
Λιώνουν οι ιστορίες και ξαναλέγονται.

το χιόνι πέφτει

Ο θεατής της τρίτης σειράς τινάζει τις νιφάδες από τα μαλλιά του και χάνεται στο σκοτάδι.

About Author

Back to top