Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΗΚΟΥ;
Το σύγχρονο ευρύτερο περιβάλλον
Έχουν δοθεί πολλοί αγώνες και έχει χυθεί πολύ μελάνι για το ρόλο της γυναίκας στην πολιτική καθώς τόσο οι γυναικείες οργανώσεις έχουν παλέψει και παλεύουν για μια δίκαιη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική, ενώ και στον ακαδημαϊκό χώρο έχουν διεξαχθεί κατ’ επανάληψη επιστημονικές έρευνες και έχουν εκπονηθεί αναρίθμητες μελέτες και αναλύσεις για το θέμα αυτό.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών υπήρξε η εδραίωση της πεποίθησης πως η ενεργός συμμετοχή των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων και η συνακόλουθη «ισορροπία ισχύος» των φύλων αποτελεί πλέον μια αναγκαία συνθήκη για την ισορροπία του παγκόσμιου συστήματος και την προώθηση της ειρήνης και της βιώσιμης ανάπτυξης. Αυτό έχει εκφραστεί πλέον με τον πιο πανηγυρικό τρόπο σε σειρά Διεθνών Συνθηκών και Πρωτοβουλιών που θέτουν ως στόχο την προώθηση της συμμετοχής των γυναικών στα κοινά. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των αποφάσεων της Παγκόσμιας Διάσκεψης του ΟΗΕ στο Πεκίνο το 1995, κατά τις οποίες η ειρήνη και η βιώσιμη ανάπτυξη δεν αποτελούν απλώς μια ιδέα αλλά μια δυνατότητα που μπορεί να εγγυηθεί μία αξιοπρεπή ζωή για όλους και όλες, τόσο για τις παρούσες όσο και για τις επόμενες γενιές, με την συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη-μέλη της, μέσα από τις πολιτικές που προωθούν και τις νομοθετικές πρωτοβουλίες τους, εργάζονται για την επίτευξη της ισότητας των φύλων, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο και σε όλους τους τομείς. Άλλωστε, η πλήρης αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων των γυναικών αναγνωρίζεται διαχρονικά από όλους ως αναγκαία συνθήκη για την επιτυχία παλαιότερα της Στρατηγικής της Λισσαβόνας και σήμερα της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020», ώστε δηλαδή να καταστεί η ευρωπαϊκή οικονομία στην πιο δυναμική και πιο ανταγωνιστική οικονομία του κόσμου, που να στηρίζεται στη γνώση και στην συνοχή.
Αυτές οι συνθήκες έχουν εκφραστεί και στο πεδίο της πολιτικής. Η πρόβλεψη για ποσόστωση συμμετοχής γυναικών στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων αποτελεί μια βασική πολιτική επιλογή για την υποστήριξη της καθόδου των γυναικών στον πολιτικό στίβο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συνιστά για τη χώρα μας η απόφαση του ΠΑΣΟΚ να καθορίσει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής το 40% και για τα δύο φύλα στα κομματικά όργανα, ένα μέτρο που αναμφιβόλως ενθαρρύνει και ενισχύει τη συμμετοχή των γυναικών στη πολιτική. Σημαντικό επίσης βήμα προόδου συνιστά και η υποχρεωτική συμμετοχή γυναικών, τουλάχιστον κατά το 1/3, στα ψηφοδέλτια για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Όμως παρά τις όποιες προσπάθειες δεν έχει επιτευχθεί η εξάλειψη των διακρίσεων, τουλάχιστον όσον αφορά την ισότιμη αντιμετώπιση και συμμετοχή τους στη δημόσια σφαίρα. Είναι γεγονός ότι παρά την ευνοϊκή νομική θέση των γυναικών, υπάρχει χάσμα ανάμεσα στη τυπικά προβλεπόμενη ισότητα και στη πραγματικότητα, όπως αυτή απεικονίζεται στα χαμηλά ποσοστά πολιτικής συμμετοχής των γυναικών.
Η υπο-εκπροσώπηση των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων, συνδέεται στενά και με τη φύση των εκλογικών συστημάτων και των στρατηγικών, που τα κόμματα υιοθετούν απέναντι στις γυναίκες. Έχει αποδειχτεί ότι τα πιο αναλογικά και μικτά εκλογικά συστήματα (όπως αυτά που υπάρχουν σε πολλές χώρες της Β. Ευρώπης), με ψηφοδέλτια χωρίς σταυρό προτίμησης, διευκολύνουν την ανάδειξη γυναικών υποψηφίων.
Ελλάδα: Γυναίκα και Τοπική Αυτοδιοίκηση
Στρέφοντας την εστίαση της ανάλυσης μας στην Ελλάδα, διαπιστώνουμε ότι η πολιτική πραγματικότητα σήμερα διακρίνεται από μια πολύ σοβαρή εκδοχή δημοκρατικού ελλείμματος, αφού η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος (γυναίκες) υπο-αντιπροσωπεύεται στα κέντρα χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων, κατατάσσοντας την Ελλάδα μεταξύ των τελευταίων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως προς αυτό το θέμα.
Η μεγαλύτερη συμμετοχή γυναικών στην Ελλάδα παρατηρείται στην τοπική αυτοδιοίκηση, σε σχέση με το εθνικό Κοινοβούλιο και το Ευρωκοινοβούλιο αλλά και τα συνδικαλιστικά όργανα. Όμως και στην περίπτωση της αυτοδιοίκησης, από τα ευρήματα του Β’ βαθμού αυτοδιοίκησης (αιρετές περιφέρειες), διαπιστώνουμε πως, αν και πρόκειται για ένα νεοσύστατο θεσμό που θα μπορούσε να χαρακτηρίζεται από νέα δεδομένα όπως η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών, παρ’ όλα αυτά η εκπροσώπηση των γυναικών είναι αρκετά χαμηλή.
Για την περίοδο αυτοδιοικητικής θητείας 2014-2019, ως προς την κατανομή κατά φύλο των αιρετών αξιωματούχων στο σύνολο της επικράτειας, έχουμε τα εξής ευρήματα:
• Το 84,6% είναι άνδρες περιφερειάρχες και μόλις το 15,4% είναι γυναίκες (2 γυναίκες στο σύνολο των 13 εκλεγμένων περιφερειαρχών).
• Το 79,3% είναι άνδρες αντιπεριφερειάρχες και μόλις το 20,7% είναι γυναίκες
• Στο σύνολο των περιφερειακών συμβούλων το 82,7% είναι άνδρες και το 17,3% γυναίκες.
Πρόκειται για απογοητευτικά νούμερα, αν αναλογιστεί κανείς πως η αυτοδιοίκηση αποτελεί το εγγύτερο στον πολίτη επίπεδο διοίκησης και ως εκ τούτου η ενεργοποίηση ενός νέου δυναμικού με τη συμμετοχή των γυναικών θα έπρεπε να είναι ζητούμενο όλων και να εκφράζεται στις αυτοδιοικητικές επιλογές.
Εν τέλει γιατί οι γυναίκες αποφεύγουν την πολιτική; Αρκεί η στερεοτυπική διάκριση;
Η κλασική αιτιολόγηση της εκκωφαντικής απουσίας των γυναικών στην πολιτική, αποδίδεται στα στερεότυπα των δυο φύλων, που είναι βαθιά ριζωμένα και αναπαράγονται μέσα από τις δομές και φορείς κοινωνικοποίησης με την παραδοσιακή, ιστορική ταύτιση της πολιτικής με την ανδρική εξουσία.
Όμως τελικά αποδεικνύεται πως τα στερεότυπα, αυτά καθεαυτά, δεν εμποδίζουν την κάθοδο των γυναικών στην πολιτική, καθώς μέσα από τις έρευνες διαπιστώνεται πως υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που αποθαρρύνουν τις σύγχρονες γυναίκες από το να συμμετέχουν στην πολιτική. Αυτό που θα πρέπει να αναδειχθεί είναι οι συμπεριφορές που επιδρούν αρνητικά στη γυναικεία ψυχοσύνθεση και την αποτρέπει από την ενεργό πολιτική συμμετοχή και δράση. Συμπεριφορές που εκπορεύονται από τα στερεοτυπικά πρότυπα της ανισότητας των φύλων και το αποτέλεσμα τους επικυρώνει τη διαχρονική ανισότητα. Η πλέον χαρακτηριστική τέτοια συμπεριφορά είναι το πολιτικό bullying
Το πολιτικό bullying και η επίδραση που μπορεί να έχει στις γυναίκες;
Δεχόμαστε αξιωματικά πως υπάρχει bullying στην πολιτική. Δεν αμφισβητείται η ύπαρξη του καθώς η «πολιτική αποτελεί μια μορφή πολέμου χωρίς όπλα» και συγκροτεί μια ισχυρή συνιστώσα – μεταξύ άλλων – της ιστορικής εξέλιξης και της ανθρώπινης μοίρας. Η πρώτιστη μορφή bullying κατά των γυναικών στην πολιτική είναι να τις αποκλείεις, να τις κρατάς έξω από αυτή.
Αποδεδειγμένα οι γυναίκες αποτελούν σε μεγαλύτερο ποσοστό τα «θύματα» του πολιτικού bullying. Φαινόμενα «εξαναγκασμού» και «εκφοβισμού» που συνήθως είναι λεκτικού χαρακτήρα (bullying, mobbing, dayilik) με σεξιστικές και αρνητικές συναισθηματικές επιπτώσεις, που έχουν ως στόχο τη ψυχολογική χειραγώγηση της γυναίκας πολιτικού, αποτελούν την κλασική περίπτωση του πολιτικού bullying.
Είναι σύνηθες στο «παιχνίδι» του πολιτικού bullying, ο δρών ή οι δρώντες να έχουν τα χαρακτηριστικά του «πολιτικού νταή» και οι συμπεριφορές τους να εκπορεύονται αφενός από την μη αποδοχή της διαφορετικότητας του πολιτικού αντιπάλου και αφετέρου από την αδυναμία άρθρωσης ενός πειστικού πολιτικού λόγου με επιχειρήματα και προτάσεις.
Όταν δε ο πολιτικός αντίπαλος είναι θηλυκού γένους, κάτι που δεν είναι εύκολα αποδεκτό, ο θύτης στην προσπάθεια ισοπέδωσης του αντιπάλου του, επιστρατεύει όλα τα μέσα και κυρίως ότι μπορεί να βοηθήσει στην διασπορά της αρνητικής προπαγάνδας, καταστρατηγώντας κάθε στοιχείο πολιτικού σεβασμού και γενικότερα κάθε έννοια πολιτικού πολιτισμού.
Η συνέπεια αυτής της «πολεμικής» διαδικασίας, είναι να επιβάλλεται, ως αποτέλεσμα, ο αποκλεισμός από τον πολιτικό στίβο πολιτών που δεν αρέσκονται σε τέτοιες πρακτικές, και κυρίως των γυναικών που είτε αποθαρρύνονται, είτε εκπαραθυρώνονται. Με αυτό τον τρόπο ανατροφοδοτείται η πεποίθηση πως Γυναίκα και Πολιτική είναι έννοιες ασύμβατες και ως εκ τούτου γαλουχούνται γενιές γυναικών που πιστεύουν ακράδαντα πως δεν έχουν καμία θέση στην πολιτική ζωή.
Ο ρόλος των ΜΜΕ στο πολιτικό bullying των γυναικών;
Είναι δε γεγονός πως η «εμπορευματοποίηση» της πολιτικής ενημέρωσης συμβάλει στην προώθηση φαινομένων πολιτικού εκφοβισμού, όπου αυτό ενισχύεται όταν υπάρχει αδυναμία θεωρητικής τεκμηρίωσης και επαλήθευσης της πληροφορίας.
Σαφώς και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης μπορούν να αξιοποιηθούν σε μια προπαγάνδα πολιτικού εκφοβισμού του αντιπάλου, είτε ακούσια είτε εκούσια, ειδικότερα δε στην εποχή της Ψηφιακής Πρόσβασης όπου το διαδίκτυο και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης μπορούν να καταστούν πολλαπλασιαστές και επιταχυντές «ψευδών» ειδήσεων και μπορούν να γίνουν και εργαλεία στα «αόρατα χέρια» των γνωστών «troll» (trolling-τρολάρισμα, δηλ. εκδηλώνω στο διαδίκτυο μια πονηρά προκλητική, σκόπιμα ανόητη ή επιτηδευμένα εκτός θέματος άποψη με πρωταρχική πρόθεση να προκαλέσω άλλους χρήστες, διαταράσσοντας μια διαδικτυακή συζήτηση και πετυχαίνοντας αλυσίδα αντιδράσεων από άλλους χρήστες).
Και η εμπειρία καταδεικνύει ότι τα πλέον συχνά θύματα τέτοιων συμπεριφορών στην πολιτική είναι οι γυναίκες…
Ποιος ο ρόλος της ίδιας της γυναίκας;
Άλλη μια σημαντική παράμετρος στη διαδικασία αποκλεισμού της γυναίκας από την πολιτική, είναι ο ρόλος της ίδιας της γυναίκας και τα αντανακλαστικά που αναπτύσσει κατά περίπτωση, και που πολλές φορές την οδηγούν στο να γίνει και η ίδια ‘θύτης’ απέναντι στις ομόφυλες της.
Αυτή είναι η χειρότερη διάσταση του φαινομένου του πολιτικού bullying καθώς οι σύμμαχοι της γυναίκας, γίνονται εχθροί της…
Ως Επίλογος…
Εν κατακλείδι, η μειωμένη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική ζωή της χώρας μας, αλλά και κάθε χώρας, αποδυναμώνει το σύγχρονο διακύβευμα περί δημοκρατικού μοντέλου διακυβέρνησης, καθώς αποδεικνύει ότι η ανισότητα των δύο φύλων δεν αποτελεί παρελθούσα κατάσταση αλλά παρούσα πραγματικότητα.
Η απουσία ισότιμης πρόσβασης ανδρών και γυναικών στην πολιτική, σε συνδυασμό με το πολιτικό bullying εις βάρος των γυναικών, δημιουργεί ένα «εχθρικό» περιβάλλον για όσες γυναίκες τολμούν και θέλουν να ασχοληθούν με τα κοινά. Και ακόμη περισσότερο, ένα απαγορευτικό περιβάλλον για όσες γυναίκες φοβούνται να «εκτεθούν» και να «λοιδορηθούν»…
Όμως στον αγώνα που επιβάλλουν οι διαγραφόμενες προκλήσεις του παρόντος αλλά και του μέλλοντος, η γυναίκα δεν μπορεί να είναι απούσα…
«Η επίτευξη του στόχου της ίσης συμμετοχής των γυναικών και των ανδρών στα κέντρα λήψης αποφάσεων, θα επιφέρει την ισορροπία, η οποία θα αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια τη σύνθεση της κοινωνίας και είναι απαραίτητη, ώστε να ενδυναμωθεί η δημοκρατία και να προωθηθεί η ορθή λειτουργία της τελευταίας…» (4η Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Γυναίκες 1995 – Πλατφόρμα Πεκίνου, Στρατηγικός Στόχος G1, άρθρο181)
Ελευθερία Φτακλάκη
Περιφερειακή Σύμβουλος Νοτίου Αιγαίου, τ. Αντιπεριφερειάρχης
Υποψ. Διδάκτωρ Παν/μιου Αιγαίου