Η Μαριλένα Μοραγλή σκηνοθετεί και παίζει στην παράσταση «ο Επιθεωρητής έρχεται…», το συγκλονιστικό αστυνομικό θρίλερ του Τζων Πρίσλεϋ που παρουσιάζει η Ομάδα Θεατρείς από τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου στον Μικρό Κεραμεικό.
Με αυτή την ευκαιρία την συναντήσαμε και είχαμε μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για το θέατρο, την παράσταση και την τέχνη.
Συνέντευξη στην Ευρυδίκη Κοβάνη
Πώς δημιουργήθηκε η θεατρική ομάδα Θεατρείς και ποιο είναι το όραμά σας;
Η θεατρική ομάδα ΘΕΑΤΡΕΙΣ, όπως αναφέρουμε και στο βιογραφικό της Ομάδας, δημιουργήθηκε από 3 φίλους, τον Δημήτρη Κωνσταντέλη, τον Άπο Κυπραίο κι εμένα, που το 2019 έτυχε να παίζουμε μαζί σε μια παράσταση.
Η αλήθεια είναι ότι η ανάγκη για μια ομάδα που θα διακατέχεται από την απόλυτη αγάπη για το θέατρο και την υποκριτική γενικότερα, υπήρχε σε όλους μας από παλιά. Νοιώθαμε ότι μέσα από αυτή θα είχαμε τη δυνατότητα να αναμετρηθούμε με ρόλους που δύσκολα θα μας εμπιστευόταν κάποιος χωρίς να μας γνωρίζει αρκετά, αφού κανένας από τους τρεις μας δεν ήταν αυτό που λέμε «διάσημος» στον χώρο και παράλληλα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ό,τι μας καίει, ό,τι μας πονάει και ό,τι απολαμβάνουμε στη ζωή μας.
Έτσι το καλοκαίρι του 2022, αφού είχαμε όλοι περάσει την εμπειρία της καραντίνας και του εγκλεισμού, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στη γέννηση των ΘΕΑΤΡΕΙΣ και την πρώτη θεατρική μας απόπειρα.
Πώς αποφασίσατε να ανεβάσετε την παράσταση «O Επιθεωρητής έρχεται…»;
«Ο Επιθεωρητής έρχεται» είναι ένα έργο απολύτως διαχρονικό, αν και έχει γραφτεί το 1945, δηλαδή σχεδόν έναν αιώνα πριν.
Μολονότι στην πρώτη του ανάγνωση μπορεί να φανεί απλώς ως ένα αστυνομικό με κάποιες κοινωνικές προεκτάσεις, στην πραγματικότητα είναι ένα βαθιά κοινωνικό έργο, που μιλάει για την ευθύνη του καθενός μας απέναντι στον διπλανό του, για τη φροντίδα και τη συμπόνοια και γενικότερα για τη συνειδητοποίηση της ατομικής ευθύνης ως βασικό στοιχείο της αληθινής προόδου και ανάπτυξης της ανθρωπότητας.
Όσο θεωρητικό και άπιαστο κι αν ακούγεται αυτό, ο J.B. Priestley το τοποθετεί μέσα στην καθημερινότητα θεωρώντας ότι η ζωή του κάθε ατόμου θα πρέπει να καθοδηγείται και να κατευθύνεται από αυτήν.
«Δε ζούμε μόνοι μας», λέει σε κάποιο σημείο του έργου, «είμαστε όλοι μέλη ενός σώματος».
Πώς προσεγγίσατε σκηνοθετικά το έργο;
Το έργο μας ενώ είναι στην ουσία του ρεαλιστικό, ενέχει ένα βασικό στοιχείο σουρεαλισμού, τον ίδιο τον Επιθεωρητή, που είναι μια μορφή παράξενη, γνωρίζει στοιχεία της υπόθεσης που κανένας δεν θα μπορούσε να γνωρίζει εκτός ίσως από τους πρωταγωνιστές που έζησαν την ιστορία, τους εκπλήσσει, τους επιτίθεται, δεν δείχνει σεβασμό στο κοινωνικό κατεστημένο της εποχής (1912), διαταράσσει την ησυχία τους και την οικογενειακή τους γιορτή με μια αυθάδεια εντελώς ανάρμοστη για τη θέση του.
Με μια τέτοια ανατρεπτική διάθεση στήθηκε και η σκηνοθεσία του έργου. Ενώ κατά βάση κρατάμε τη θεατρική δομή του αστικού δράματος, έχουμε παρεμβάλει στοιχεία φαντασίας, μουσική, κίνηση που παραπέμπουν σε κάτι διαφορετικό, κάπως εξωπραγματικό και ίσως περισσότερο μοντέρνο.
Δεν θα ήθελα να πω περισσότερα. Ας κρατήσουμε και κάποια έκπληξη για το κοινό που θα μας παρακολουθήσει.
Ποια είναι η ατμόσφαιρα της παράστασης;
Είναι δύσκολο να χαρακτηρίσεις ακριβώς την ατμόσφαιρα της παράστασής μας. Υπάρχουν στιγμές που κυριαρχεί η αγωνία και η ένταση μιας αστυνομικής ιστορίας και άλλες που είναι εορταστικές έως και επαναστατικές. Σίγουρα πάντως υπάρχει ποικιλία.
Τι σημαίνει για εσάς το θέατρο;
Τι να πρωτοπώ; Το θέατρο για μένα είναι το παιχνίδι των παιδικών μου χρόνων, είναι έρωτας, είναι αγάπη που κρατάει χρόνια, είναι ατελείωτη δουλειά, συναντήσεις με υπέροχους ανθρώπους, φιλίες άθραυστες, γέλια και πίκρες, γνώση και ψυχική ανάταση.
Νομίζω ότι το θέατρο κάνει τους ανθρώπους περισσότερο ανθρώπους, ανοίγει το μυαλό τους, τους κάνει να αγαπούν τον εαυτό τους και τους άλλους γύρω τους, διευρύνει ορίζοντες, ανοίγει πόρτες που δεν θα μπορούσες να φανταστείς και παρόλο που είναι μια δύσκολη και απαιτητική τέχνη, η ομορφιά και η ικανοποίηση που σου δίνει δε συγκρίνεται με τίποτα.
Τι συναισθήματα θα θέλατε να έχει ο θεατής στο τέλος της παράστασης;
Είναι βασικό για εμάς να βάλουμε τον θεατή μας να σκεφτεί, χωρίς να τον βαρύνουμε (είμαστε άλλωστε ήδη όλοι πολύ προβληματισμένοι με ό,τι συμβαίνει στις ζωές μας).
Αν καταφέρουμε φεύγοντας από το θέατρο να έχει μια αίσθηση ικανοποίησης αλλά και να συνεχίσει να σκέφτεται (έστω και για λίγο) για το τι μπορεί να κάνει τη ζωή μας λίγο καλύτερη, νομίζω ότι θα έχουμε πετύχει το στόχο μας.
Τι είναι αυτό που κάνει μία παράσταση καλή;
Το τι θεωρεί καθένας «καλή παράσταση» είναι πολύ σχετικό. Για μένα η ιδανική παράσταση είναι αυτή που έχει κάτι να πει, που θέλει να στείλει ένα μήνυμα στους θεατές της αλλά παράλληλα να τους χαρίσει και μια ανάταση, μια αισιοδοξία.
Βασικό συστατικό είναι επίσης ο τρόπος που οι συντελεστές της την υπηρετούν και νομίζω ότι στη δική μας έχουμε πετύχει την τέλεια συνταγή γιατί και οι ηθοποιοί που παίρνουν μέρος (εκτός από τα τρία ιδρυτικά μέλη της ομάδας) οι Γιάννης Γιαραμαζίδης, Άννυ Ευαγγέλου, Κατερίνα Σκυλογιάννη, και Εμμανουήλ Στεφανουδάκης αλλά και η χορογράφος μας Νατάσα Παπαμιχαήλ, ο μουσικός μας Νίκος Ιωάννου, ο σκηνογράφος μας Γιώργος Λιτζέρης, η βοηθός σκηνοθέτη Χρύσα Πρίγγα είναι όλοι άνθρωποι που αγαπούν την τέχνη τους με πάθος κι έχουν αγαπήσει και την παράσταση, την πιστεύουν και τη στηρίζουν με ένα μαγικό τρόπο. Και αυτό, όσο κι αν μοιάζει με κλισέ, πραγματικά «βγαίνει στην παράσταση».
Ποιος είναι ο ρόλος του καλλιτέχνη στην κοινωνία;
Κατά τη γνώμη μου είναι πολύ σημαντικός. Στις μέρες μας υπάρχει μία παρεξήγηση. Καλλιτέχνης συχνά θεωρείται όποιος εμφανίζεται συχνά στις οθόνες, όποιος ντύνεται με περίεργο τρόπο, όποιος κάνει ανατρεπτικές δηλώσεις μόνο και μόνο για να τραβήξει την προσοχή.
Για εμένα η τέχνη είναι κάτι πολύ απαιτητικό, και ιδιαίτερα η τέχνη του θεάτρου, και απαιτεί δουλειά, συνέπεια και πάθος. Αν ο καλλιτέχνης χαρακτηρίζεται από αυτές τις αρετές, τότε η δουλειά του θα είναι αυτή που θα μιλάει για το καινούργιο, για το σημαντικό, για το λάθος, για το όμορφο και το άσχημο της ζωής και της κοινωνίας και είναι σίγουρο ότι θα έχει πολλά να πει.
Ίσως αν ακούγαμε συχνότερα τους αληθινούς καλλιτέχνες, η ζωή και η κοινωνία μας να ήταν πολύ καλύτερη, πολύ πιο ανοιχτή και να είχε περισσότερο χώρο για όλους.