“Περισσότερο κι από την όψη είναι η φωνή μας αυτό που εκφράζει την ψυχή και τον χαρακτήρα μας”
«Το Τραγούδι της Θαλασσινής» είναι η αφορμή που αυτές τις ημέρες η διακεκριμένη υψίφωνος Αναστασία Βαρέλη βρίσκεται από την Γερμανία και τη Μουσική Ακαδημία του Φράιμπουργκ, στη γενέτειρά της Ρόδο.
Μία εξαιρετική καλλιτεχνική δημιουργία που το κοινό θα απολαύσει την Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου στο Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου.
Η ιστορία της Δωδεκανήσου από τα χρόνια της σκλαβιάς μέχρι την απελευθέρωσή της με στίχους των ποιητών Φώτη Βαρέλη και Γιάγκου Βαρέλη που μελοποίησε ο ρόδιος συνθέτης Αντώνης Κυζούλης και θα ερμηνεύσει η Αναστασία Βαρέλη, η οποία συγχρόνως υπογράφει την επιλογή των κειμένων καθώς και την δραματουργία της παράστασης. Ως αφηγητές συμμετέχουν η Ζωή Κοκκαλά και ο Σπύρος Συρόπουλος και στο μουσικό έργο συμπράττει η Χορωδία του Δημοτικού Ωδείου Ρόδου «Πόλις», υπό τη διεύθυνση και διδασκαλία της Άντζελας Σπανού.
Η μουσική κυλάει μέσα της. Η Αναστασία Βαρέλη ερμηνεύει κύριους ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου, διδάσκει Σκηνική Δράση σε νέους τραγουδιστές στη Μουσική Ακαδημία του Φράιμπουργκ, σκηνοθετεί και ανεβάζει σπουδαίες παραστάσεις του μουσικού θεάτρου. Προερχόμενη από μία οικογένεια σπουδαίων ροδίων λογοτεχνών, ανιψιά του Φώτη Βαρέλη και κόρη του αδελφού του Γιάγκου Βαρέλη, τρέφει το πάθος της τέχνης μέσα της και μας μιλάει με ενθουσιασμό γι’ αυτήν και για πολλά άλλα.
Συνέντευξη στην Ευρυδίκη Κοβάνη
Κυρία Βαρέλη μιλήστε μας για τον πατέρα και τον θείο σας, τον Γιάγκο και τον Φώτη Βαρέλη, όπως μόνον εσείς μπορείτε να μας μιλήσετε γι’ αυτούς.
Θυμάμαι τις καλοκαιρινές βραδυές κάτω από την κληματαριά, όπου ο μπαμπάς μου κάθιζε και άπλωνε τα πόδια του σε μιά καρέκλα και μάς έλεγε: ελάτε! Πρώτη εγώ σκαρφάλωνα στην ποδιά του κι έπιανα τη θέση στ’αριστερά. Δίπλα μου στριμώχνονταν η αδερφή μου και στα πόδια του κακήν κακώς ο Τάσος.
«Λοιπόν» ρωτούσε «πού μείναμε χτες; Πώς τη γλύτωσε ο Μπιρλιμπίγκος απ’ την κυρά Σταυρούλα, που τον κυνηγούσε να τον σπάσει στο ξύλο, αφού κρύφτηκε μες το ταψί της και της έφαγε κρυφά όλα της τα της τα γεμιστά;»
Οι ιστορίες του ήταν ατέλειωτες και τα γέλια μας ασταμάτητα. Κανείς μας δεν αναρωτιόταν πώς ο ήρωάς του χωρούσε παντού.
Άλλες φορές, που ήμουνα μονάχη στα πόδια του, έπαιρνε ένα άλλο βιβλίο χοντρό και φαρδύ, το άνοιγε στα δυό και μου διάβαζε: “Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη, να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις…”, ακούς κόρη μου τι φράση απλή κι όμως πόση δύναμη έχει ο στίχος και το μέτρο της; Ταράτατα, ταράτατα, ταράτα… νομίζεις και ξετυλίγεται ο πηγαιμός μπροστά σου…
Τον θείο μου τον Φώτη τον έβλεπα σπανιότερα. Ερχότανε στις γιορτές και η πληθωρική του παρουσία τις έκανε πιό γιορτινές. Ξεχείλιζε η αφήγησή του γεμάτη εικόνες που με συνάρπαζαν σε λόγια και σε τόνο. Έβλεπα τα κοτσύφια στα δέντρα, τα ρυάκια της Σαλάκου μπροστά μου, στη βρυσάκλα της και τη Νύφη της να μου μιλά…
Και είκοσι χρόνια μετά, όταν τραγουδούσα τη Λουτσία, την πρώτη πράξη, εκεί στην πηγή της Σαλάκου την τοποθετούσα.
Άλλες φορές πάλι, σκοτείνιαζε και με ρωτούσε «Πώς πια να το πείς κόρη μου σήμερα το «άνδρα μοι έννεπε»; Εγώ λοιπόν το λέω «Έλα Χριστέ και Παναγιά να πιάσω το τραγούδι»…
Πώς προέκυψε η παράσταση «Το Τραγούδι της Θαλασσινής»;
Το καλοκαίρι του 2017 με έπιασε ένας φίλος μας, ο Γιώργος Καραγιαννιός, που από χρόνια συνεισέφερε στο πολιτιστικό τμήμα της πόλης της Ρόδου και μου είπε σε άκρως συμιακό μελωδικό τόνο: «Ξέρεις Αναστασία μου, έχω εδώ και 20 χρόνια ένα όνειρο: να διηγούμασταν την νεώτερη ιστορία της Ρόδου και την απελευθέρωσή της με ποιήματα του Φώτη του Βαρέλη. Έχουμε και έναν καλό συνθέτη εδώ στη Ρόδο, που μπορεί να το κάνει. Εσύ να τα διαλέξεις και να τα τραγουδήσεις…»
Τη χρονιά εκείνη και στις άλλες δυό που ακολούθησαν δίδασκα ακόμα Σκηνική Δράση στην Μουσική Ακαδημία του Φράιμπουργκ. Το κάθε εξάμηνο το τελείωνα με το ανέβασμα μιας παραγωγής μουσικού θεάτρου, που απαιτούσε όλες μου τις δυνάμεις. Είδα την πρόταση αυτή σαν μακρινό αστέρι.
Το καλοκαίρι του ’19 αραίωσα πια αυτή την δραστηριότητα και τότε έγραψα και στον Γιώργο και στον Αντώνη Κυζούλη από ένα γράμμα: «Αν με θέλετε ακόμα, το ξεκινάμε» Πάραυτα πήρα κι’απ’τους δυό την ίδια απάντηση: «Μετά μεγάλης μας χαράς!»
Αμέσως ήρθα στην Ρόδο και μάζεψα όλα τα βιβλία του θείου μου και μαζί μ’αυτά και το επίτομο έργο του πατέρα μου, που είχε πλέον από καιρό εκδοθεί. Η συγκίνησή μου παίρνοντάς τα όλα στα χέρια μου δεν περιγράφονταν.
Το έργο το άρχισα με εισαγωγή και πρόλογο σε έμμετρο λόγο και εν συνεχεία το διάρθρωσα σε τέσσερις ενότητες:
α. Τα χρόνια της σκλαβιάς, της θλίψης και της οδύνης
β. Τα χρόνια της οργής και της λαχτάρας
γ. Τα χρόνια του ξεσηκωμού και της φουρτούνας
δ. Την Απελευθέρωση: το όραμα, το μήνυμα και την γιορτή του ερχομού της.
Κλείνει με ένα περίπατο στη ελεύθερη πια Ρόδο, που σε οδηγεί και σε φέρνει μπροστά «στην πύλη των Ροδίων, την αρχόντισσα του κάστρου, την Θαλασσινή».
Έτσι το έργο αυτό ξεπερνά το καθαρά ιστορικό του πλαίσιο και γίνεται ωδή διαχρονική για κάθε άνθρωπο που πόνεσε και καταφρονήθηκε χρόνια, που τόλμησε να κρίνει και να διακρίνει, να αποφασίσει και να τολμήσει, να αγωνιστεί για να βγει πέρα και να αλλάξει τη ζωή του.
Για την αφήγηση μέχρι και το μήνυμα του ερχομού της λευτεριάς τα πήρα από το ποιητικό έργο του Φώτη Βαρέλη.
Τα κείμενα για την περιγραφή της χαράς της λευτεριάς και της ομορφιάς των ελεύθερων πια νησιών μας τα βρήκα στο ποιητικό έργο του πατέρα μου Γιάγκου.
Όλα αυτά τα κείμενα είναι μαργαριτάρια που μπορούν να σταθούν αντάξια μπροστά σε κάθε άλλο έργο μεγάλων μας νεοελλήνων ποιητών.
Η μουσική του Αντώνη Κυζούλη τα αγκάλιασε με αγάπη και τα έκανε ακόμα πιό ανάγλυφα στην έκφραση τους. Πολλά από αυτά δέθηκαν πια για πάντα και γίνανε ένα με τη μουσική του.
Ερμηνεία και σκηνοθεσία. Ποιο από τα δύο σας συναρπάζει περισσότερο;
Την ερμηνεία την κουβαλάς πάντα μαζί σου όπου κι αν είσαι. Γεννήθηκα με ένα δυνατό φωνητικό υλικό, ένα δώρο της φύσης, που δονεί μέσα μου κάθε πρωί που ανοίγω τα μάτια μου.
Αυτός ο ήχος αναμιγνύεται με τη φαντασία μου και με τις αναμνήσεις μου και γίνεται μια πηγή ζωής και δύναμης μέσα μου.
Σ’αυτόν το ήχο προστίθενται και οι φωνές των ανθρώπων που συνάντησα και μίλησα μαζί τους. Μου φαίνεται ότι περισσότερο κι από την όψη είναι η φωνή μας αυτό που εκφράζει την ψυχή και τον χαρακτήρα μας.
Στη σκηνοθεσία οι παράμετροι αλλάζουν. Δεν είναι πια μόνο ο ένας άνθρωπος που έχει τον λόγο. Τον έχουν και οι άλλοι γύρω του και οι τοίχοι και ο αέρας που μας τυλίγει. Η ένταση αναπτύσσεται από τον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι ο ένας τον άλλον, κι’όλοι μαζί τον περίγυρο τους.
Την στιγμή που η κίνηση των ερμηνευτών στον χώρο άρχιζε να γεννά μια εικόνα και να διαγράφει μια αφήγηση στο συμβάν, την ένιωσα πάντα σαν ένα θαύμα.
Δεν μπορώ να αξιολογήσω και να πω ποιό από τα δυό είναι πιό συνταρακτικό. Νιώθω πολύ τυχερή και απέραντα ευγνώμων που μου επιτρέπεται να τα ζώ και τα δυό.
Ποια θεωρείτε ότι ήσαν τα κομβικά σημεία της καλλιτεχνικής σας πορείας μέχρι σήμερα;
Τραγούδησα 43 κύριους ρόλους από λυρική υψίφωνος μέχρι δραματική μεσόφωνος. Ανέβασα σαν σκηνοθέτης 14 έργα, μεταξύ των οποίων και γιγάντια έργα όπως το «Le Grand Macabre» του Ligeti. Παράλληλα ανέβασα και 28 παραγωγές στην Μουσική Ακαδημία και δίδαξα σε 183 νέους τραγουδιστές από όλο τον κόσμο τα μυστικά του μουσικού θεάτρου. Κάθε ένα από αυτά ήτανε ένας κόμβος, μια χάντρα λαμπερή στο νήμα της ζωής μου.
Πώς αισθάνεστε κάθε φορά που εμφανίζεστε στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Ρόδο;
Μια μεγάλη συγκίνηση. Αλλά και ένας πόνος, όταν βλέπω πόσα ακόμα θα μπορούσε ο τόπος μας να φτάσει και να δημιουργήσει.
Τι είναι αυτό που σας εμπνέει, σας κινητοποιεί και σας κάνει ευτυχισμενη;
Η αγάπη μου για τους ανθρώπους.